Τον περασμένο Ιούνη βρέθηκα στο Radio City και παρακολούθησα τη συναυλία της Terspis Orchestra μαζί με τον Αντώνη Απέργη. Η επαφή με αυτή τη μουσική και αυτή την ορχήστρα ήταν κάτι μαγικό για ‘μένα. Η χαρά μου είναι μεγάλη για την κουβέντα που είχαμε με τον μουσικό Μάκη Μπακλατζή, τόσο για την Terspsis, για τα Μπρατίμια αλλά και για το ρόλο που παίζει η μουσική στη ζωή μας.
Τι συμβολίζει το όνομα Terpsis που έχετε δώσει στην ορχήστρα σας;
Συμβολίζει αυτό που λέει και η λέξη, τη χαρά και την ευχαρίστηση. Το όνομα δόθηκε γιατί οι άνθρωποι που συμμετέχουν στην ορχήστρα είναι πραγματικά χαρούμενοι, κάτι που αποτυπώνεται στα πρόσωπά τους.
Και ποιοι μπορούν να συμμετέχουν στην Terpsis;
Η ορχήστρα είναι ανοιχτή προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα επίπεδα.
Η Terpsis είναι μια ανοιχτή αγκαλιά και έχει έναν κοινωνικό χαρακτήρα κάτι που αντιπροσωπεύει και εμένα και την Ανδριάνα που ηγούμαστε της ορχήστρας. Μέσα στο πλαίσιο της ορχήστρας δημιουργείται μια παρέα, μια ομάδα. Το γεγονός πως η ορχήστρα είναι ανοιχτή σε όλους, κάτι συμβολίζει. Όταν δηλαδή, έχουμε άτομα από δέκα ετών έως 70 όλο αυτό είναι συμπεριληπτικό.
Μπορεί δηλαδή να έρθει και κάποιος που δεν έχει μουσικές γνώσεις; Που απλώς αγαπάει τη μουσική;
Ναι μπορεί να έρθει και θα βρει το δρόμο του με τη βοήθεια των δασκάλων αλλά και μέσω της ομάδας. Αυτό είναι και το concept, ότι όπως και μέσα σε μια κοινωνία, έτσι και μέσα από την ομάδα μαθαίνουμε. Η ορχήστρα είναι μια μικροκοινωνία μέσα από την οποία μπορείς να εξελιχθείς και να μάθεις μουσική. Βέβαια και ο σκοπός είναι ο καθένας να ξεπεράσει τον εαυτό του κι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει. Όλοι κάτι παίρνουν από την ομάδα και γίνονται η καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους, όπως θα έπρεπε να γινόμαστε και όλοι οι άνθρωποι στην κοινωνία.
Πως γεννήθηκε η ιδέα αυτής της ορχήστρας;
Η αρχική ιδέα δεν ήταν να δημιουργηθεί μια ορχήστρα. Όλο αυτό το ξεκίνησε η Ανδριάνα Αχιτζάνοβα Πεταλά η οποία ερχόμενη από την Ολλανδία το 2019 όπου σπούδασε Οθωμανική Μουσική ξεκίνησε ένα εργαστήρι Μακάμ. Ένα εργαστήρι για τη θεωρία αυτής της μουσικής, ώστε να καταλαβαίνει κανείς το πώς μεταφράζεται αυτή η μουσική, σαν ένα άκουσμα Ανατολικό. Όμως, όλα στη μουσική μεταφράζονται με πράξη. Δημιουργώντας λοιπόν αυτό το εργαστήρι, πέρασαν κάποια στιγμή στην πράξη και στο τέλος της χρονιάς έγινε μια συναυλία από τα μέλη τα οποία ήταν τότε επτά. Η επόμενη χρονιά ήταν τελείως διαφορετική ,ήρθαν περισσότερα μέλη κι από τότε η ορχήστρα ολοένα και μεγαλώνει. Δημιουργήθηκε η ανάγκη των μελών εκτός του να μαθαίνουν, να παίζουν κιόλας. Την τρίτη χρονιά, μπήκα κι εγώ στην ορχήστρα και με την παρουσία μου ανοίξαμε το ρεπερτόριο και σε άλλα ρεπερτόρια του Ελλαδικού χώρου.
Μέχρι τώρα με ποιους καλλιτέχνες έχετε συνεργαστεί;
Έχουμε συνεργαστεί με τη Dilek Koc, τη Σοφία Παπάζογλου, τον Haig Yazjian, τον Αντώνη Απέργη, το Νίκο Αγγούση (δε ξέρω αν ξεχνάω κάποιον).
Ποιο ήταν το έναυσμα για ν’ ασχοληθείς με τη μουσική
Το έναυσμα ήταν το οικογενειακό περιβάλλον και συγκεκριμένα ο πατέρας μου. Όταν ήμουν 8-9 χρονών ο πατέρας μου, ενώ ασχολιόταν και παλιότερα με τη μουσική, έπαιζε ερασιτεχνικά κιθάρα, είδε κάτι και μπήκε σε αυτό το είδος μουσικής. Ξεκίνησε τουμπελέκι και Πολίτικο λαούτο, στην Καβάλα και σε μια εποχή που αυτή η μουσική δεν ήταν τόσο διαδεδομένη όπως σήμερα κι άρχισε να ψάχνει και να μαθαίνει. Πήγε σε μια σχολή που είχε δημιουργηθεί κι αργότερα έφτιαξε μια μπάντα και γρήγορα άρχισαν να κάνουν πρόβες, έδωσαν όνομα στην μπάντα και ξεκίνησαν να παίζουν.
Εκτός των άλλων είσαι η φωνή και το βιολί στην μπάντα τα “Μπρατίμια”. Θέλεις να μου πεις μερικά πράγματα;
Όλα σε αυτή τη δουλειά έρχονται κάπως συγκυριακά, θα πας σ΄ένα γάμο, θα πας σε μια συναυλία, θα συναντήσεις και θα παίξεις με άλλους μουσικούς. Παίζαμε ήδη μουσική με τα παιδιά και είχα την ιδέα κάποια στιγμή όλο αυτό να γίνει και “επίσημα” ένα σχήμα που θα έχει μια επωνυμία και θα πάρει το δρόμο του.
Τα Μπρατίμια είναι απ ‘όσο ξέρω μια Κοζανίτικη λέξη. Τι σημαίνει ακριβώς;
Είναι μια λέξη που την ακούς πολύ συχνά στη Μακεδονία. Προέρχεται από τη Σλάβικη λέξη “Brat” που σημαίνει “αδερφός”. Στην ουσία είναι οι φίλοι του γαμπρού, που τον συνοδεύουν στο σπίτι και την εκκλησία και φορούν κάποιες ενδυμασίες ώστε να ξεχωρίζουν, όπως για παράδειγμα κάποιες ποδιές, ή κάποια πετσέτα στον ώμο. Κι επειδή αρχικά παίζαμε κατά κύριο λόγο σε γάμους, το όνομα ταίριαξε πολύ καλά!
Είμαστε πλέον 11 χρόνια με τα παιδιά, μας γνωρίζει αρκετός κόσμος, μας καλούν και παίζουμε σε γλέντια, γάμους σε όλη την Ελλάδα.Η βάση μας είναι στη Θεσσαλονίκη αλλά τα τελευταία χρόνια πηγαίνουμε και πιο μακριά και παίζουμε όχι μόνο σε γάμους αλλά και σε φεστιβάλ, συλλόγους κλπ. Κάτι το οποίο είναι και κάτι πιο καινούριο γιατί υπάρχει τα τελευταία χρόνια μια τάση των νέων προς την Παραδοσιακή Μουσική.
Πως σου φαίνεται όλο αυτό που συμβαίνει με τα Φεστιβάλ και με την στροφή των νέων ανθρώπων στην Παραδοσιακή Μουσική;
Είναι πολύ ελπιδοφόρο. Όταν ξεκίνησα να παίζω αυτού του είδους τη μουσική δε την άκουγε κανείς συνομήλικος μου αλλά ούτε και μεγαλύτεροι.Σκέψου ότι στην Καβάλα που ήμουν εγώ, στο Μουσικό Σχολείο δεν υπήρχαν καθηγητές να διδάσκουν παραδοσιακή μουσική και ιδίως για το δικό μου όργανο.
Πως το εξηγείς αυτό που συμβαίνει;
Σίγουρα έχουν κάνει τεράστια δουλειά τα Μουσικά Σχολεία και τα Πανεπιστήμια. Τα νέα παιδιά έχουν πιο ανοιχτά μυαλά στο να κάνουν καινούρια πράγματα και κάπως το έφεραν όλο αυτό στα δικά τους μέτρα. Επιπλέον, υπήρχε και πολύ μεγάλη προκατάληψη σε σχέση με αυτό το είδος λόγω της Χούντας οπότε κάποτε ο νέος άκουγε κλαρίνα και απομακρυνότανε. Αυτός ο συνδυασμός έφερε όλο αυτό που συμβαίνει σήμερα που εγώ χαίρομαι πραγματικά γι’ αυτό που συμβαίνει. Από την άλλη βέβαια είναι και μια μόδα που δεν ξέρω που θα καταλήξει αλλά όπως και να έχει μόνο ελπιδοφόρο είναι το να βλέπεις νέους σε αυτή τη μουσική.
Ποια πιστεύεις πως είναι σχέση μας με τη μουσική σαν λαός σήμερα;
Η σχέση μας με τη μουσική στην Ελλάδα έχει να κάνει πολύ με το τραγούδι. Θέλει ο κόσμος να ακούσει το τραγούδι που έχει ακούσει στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση ή στο Spotify , πράγμα το οποίο εμένα λίγο με ενοχλεί γιατί θέλουμε να ακούμε το ίδιο, το γνωστό, δεν είμαστε ανοιχτοί σε νέα ακούσματα. Η σχέση μας με τη μουσική στην Ελλάδα έχει να κάνει περισσότερο με τη διασκέδαση παρά με την ψυχαγωγία. Κάποιες φορές συνδυάζεται αυτό αλλά η βάση μας είναι να χορέψουμε, να τραγουδήσουμε μαζί με τον καλλιτέχνη. Δύσκολα θα ακούσουμε μόνο σαν ενεργοί ακροατές.
Τα Jam θα γίνουν τελικά φέτος;
Αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να μη τα κάνω γιατί συναντάω φίλους και γνωστούς που με ρωτάνε, ζητάνε να τους πω πότε θα ξεκινήσουν για να ρυθμίσουν ανάλογα τις υποχρεώσεις τους. Έχει γίνει πλέον μια μικρή κοινότητα, ένας τόπος συνάντησης όπου συναντιόμαστε με φίλους, όπου δημιουργούνται σχήματα, έρχονται άνθρωποι που χορεύουν, άνθρωποι που ακούνε. Μου κάνει εντύπωση το γεγονός πως έρχονται μερικές φορές χορευτές, σε μέρες που τα project δεν είναι τόσο χορευτικά αλλά κάθονται και ακούνε κάτι που δε το συναντάς συχνά γιατί οι χορευτές πάνε συνήθως εκεί που χορεύουν, χάνεται αυτή η σύνδεση.
Τι ακριβώς είναι το Jam;
Το jam το συναντάμε στη jazz μουσική, τα jam sessions που είναι παγκοσμίως γνωστά όπου βρίσκεσαι με ανθρώπους και τζαμάρεις, αυτοσχεδιάζεις μαζί με άλλους. Αυτό που γίνεται στη Θεσσαλονίκη γίνεται με βάση την παραδοσιακή μουσική, κάπως δανείστηκα τον όρο και τη διάθεση της jazz μουσικής και μάλιστα εμπνεύστηκα από ένα φίλο τον Αλέξη το Βακατσέλο.
Το δικό μας jam παίρνει άλλες διαστάσεις, υπάρχει διάδραση κι εγώ δε το βάζω σε όρια, το αφήνω ελεύθερο. Κάποια jam μπορεί να είναι μόνο ακουστικά, κάποια μπορεί να μετατραπούν σε γλέντι. Κάποτε ανέβηκαν πάνω 20 μουσικοί και έπαιζαν τρομπέτες και σαξόφωνα. Είναι κάτι πολύ αυθόρμητο. Στην παραδοσιακή μουσική δεν είθιστε να τζαμάρουμε παρόλο που αυτή η μουσική ενδείκνυται για αυτοσχεδιασμούς.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε βρέθηκα στη συναυλία της Terpsis Orchestra σε συνεργασία με τον Αντώνη Απέργη και ομολογώ πως εντυπωσιάστηκα. Θέλω να μου πεις πως βίωσες εσύ αυτή την εμπειρία.
Πάντα βιώνω πολύ έντονα τις συναυλίες. Υπάρχουν πάρα πολλά συναισθήματα και πριν και μετά. Έχει πολλή οργάνωση από πίσω, πρέπει να οργανώσεις τόσο κόσμο. Πέρσι ήμασταν γύρω στα 85 άτομα. Πρέπει να κάνεις ήχο, να ετοιμαστείς, να στήσεις τις καρέκλες, να έχεις επικοινωνία με τους φωτιστές και τους ηχολήπτες, να φροντίσεις τα εισιτήρια -γιατί κάναμε και την παραγωγή. Αλλά από τη στιγμή που θα ανέβω στη σκηνή και θα ξεκινήσει η συναυλία τη ζω στο έπακρο. Μπορεί να είμαι πολύ κουρασμένος αλλά τα ξεχνάω όλα γιατί πρόκειται για κάτι πολύ δυνατό. Στην ουσία προετοιμαζόμαστε όλο το χρόνο για μια συναυλία οπότε αυτό έχει πολλά συναισθήματα όπως άγχος, χαρά, ευτυχία. Κι όταν όλα τελειώνουν, βγαίνει πολλή ένταση τις επόμενες μέρες και κλάμα μόνος στο σπίτι αλλά και μια χαρά που τα καταφέραμε για ακόμη μια φορά.
Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στο επάγγελμα σου;
Δεν ξέρω αν με γοητεύει κάτι όμως σίγουρα με έχει κάνει καλύτερο άνθρωπο αλλά το πιο σπουδαίο είναι το πόσο κόσμο έχω γνωρίσει, έχω δημιουργήσει πολλές φιλίες μέσα από τη μουσική. Μέσω της μουσικής αισθάνομαι πως βρίσκω ένα πλαίσιο που με εκφράζει και με συμπεριλαμβάνει, βρίσκω τους ομοίους μου, έχω τους ανθρώπους μου. Είναι σαν μια οικογένεια, ένας μικρόκοσμος που με προστατεύει.
Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;
Δεν έχω γενικά μεγαλεπίβολα σχέδια, τα σχέδια μου έχουν να κάνουν με το άμεσο μέλλον όπως είναι ένα μεγάλο live που έχουμε με τα “Μπρατίμια” στο We, εδώ στη Θεσσαλονίκη. Έχουμε την συναυλία μας με την Terpsis σε συνεργασία με τον Εισβολέα που θα γίνει τέλη Μαίου- αρχές Ιουνίου. Έχω και κάποια σεμινάρια το Μάρτιο στη Γάνδη όπου συμμετέχουν καθηγητές και μαθαινουν τις παραδόσεις από τη χώρα τους πάνω στο βιολί αποκλειστικά.
Ολοκληρώνοντας τη συνέντευξη θέλω να ευχαριστήσω θερμά τον Μάκη Μπακλατζή για το χρόνο του και να του ευχηθώ ολόψυχα πάντα να κάνει τόσο όμορφα αυτό που αγαπάει.
Γράφει η Φρόσω Απόστολου
“Bon Vivant” : “Αυτός που του αρέσει να απολαμβάνει τα καλύτερα πράγματα στη ζωή”. Το “Bon Vivant” δημιουργήθηκε λοιπόν για να μοιραστώ μαζί σας ότι όμορφο απολαμβάνω. Εδώ θα βρείτε επίσης λογοτεχνικά κείμενά μου καθώς και προτάσεις βιβλίων. Στη στήλη Social Media υπάρχουν ενδιαφέρουσες σελίδες ανθρώπων από το instagram & το facebook. Αναζητήστε ότι σας αρέσει στις στήλες του Bon Vivant κι ελάτε να απολαύσουμε μαζί τη ζωή.
Βιογραφικό
Γεννήθηκα και ζω στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασα Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων στο ΤΕΙ Θεσσαλίας. Σήμερα ασχολούμαι με τον τομέα του τουρισμού αφού διατηρώ την εταιρία ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων “Your Urban Stay”στη Θεσσαλονίκη.
Αγαπώ να γράφω και να διαβάζω. Το πρώτο μου μυθιστόρημα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πνοή το 2017 με τίτλο ” Η καγκελόπορτα της αγάπης”.
Αγαπώ το καλό φαγητό, τις ωραίες σειρές, τις στιγμές με τους αγαπημένους μου και τα ταξίδια!